Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Μάιος, 2021

Ο θεολογικός αυτός διάλογος του Ιησού με τη Σαμαρείτιδα (Σχόλια) Επιμέλεια: πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου

 Ο θεολογικός αυτός διάλογος του Ιησού με τη γυναίκα διακρίνεται σε επιμέρους υποενότητες που περιέχουν: την απορία της γυναίκας και το διάλογο για το ζωντανό νερό με αφορμή το αίτημα του Ιησού για νερό, την αναγνώριση του Ιησού ως προφήτη την συζήτηση για τον σωστό τόπο λατρείας του Θεού και την αποκάλυψή Του ως Μεσσία.  Η μεγάλη σημασία του επεισοδίου της Σαμαρείτιδας είναι φανερή και έγκειται καταρχήν στο δέκτη. Για τους περισσότερους ερμηνευτές ο Ιησούς λειτουργεί μόνο σαν «πομπός- δότης» που προσφέρει το ζωντανό νερό και την αλήθεια, και η γυναίκα «δέκτης-παραλήπτης», η οποία λαμβάνει, αποδέχεται. Είναι φανερή λοιπόν η αυστηρή ιεραρχία ανάμεσα στον Ιησού και τη γυναίκα. Όμως, με έναν άλλο τρόπο προσέγγισης των δεδομένων, είναι και οι δύο δότες και παραλήπτες, αφού ο Ιησούς ξεκινά την επικοινωνία ζητώντας νερό και απευθύνει πρώτος και προκλητικά το κάλεσμα σε μια γυναίκα απομονωμένη, αλλόθρησκη και ανήθικη, που δεν θα έπρεπε καν να κυκλοφορεί από το φόβο του λιθοβολισμού λόγω της

ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ

  Α. Η τοποθέτηση του αναγνώσματος αυτού στην σειρά των Κυριακών της αναστάσιμης περιόδου, μάς υπαγορεύει την ερμηνεία του με τρόπο αλληγορικό. Πέρα δηλαδή από το προφανές μήνυμα ότι ο θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός είναι ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων μας, στο πρόσωπο του παραλύτου συγκεφαλαιώνεται όλη η ανθρωπότητα και η ιστορία της πτώσεως και της αναστάσεως του ανθρώπου. Η Ιερουσαλήμ συμβολίζει την Άνω Ιερουσαλήμ, την Βασιλεία του Θεού, τον πάλαι και ες αεί Παράδεισο. Εξαιτίας της αμαρτίας ο άνθρωπος εξορίστηκε από τον Παράδεισο, ασθένησε πνευματικά και σωματικά, αφού έχασε το μεγάλο δώρο της αθανασίας, περιπλανήθηκε σε τόπους άγονους και στην κοιλάδα του κλαυθμώνος, όπως χαρακτηρίστηκε ο βίος του πεπτωκότος ανθρώπου. --- Σαν ήλθε όμως το πλήρωμα του χρόνου, έρχεται ο Χριστός, ο επίγειος άγγελος και ο ουράνιος άνθρωπος, προσφέρεται και θεραπεύει τον άνθρωπο, τον μη έχοντα άνθρωπο, και ανασταίνει το ανθρώπινο γένος από την φθορά της αμαρτίας, και μάς εισάγει όλους στην άνω Ιερουσαλήμ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ

Εικόνα
    « Τις αποκυλήσει ημίν τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου ;»  (Μάρκ. 16, 3)  Στα γεγονότα της Μ. Παρασκευής και « τη μια των Σαββάτων », της πρώτης ημέρας της Αναστάσεως του Κυρίου, μάς μεταφέρει το Ευαγγελικό ανάγνωσμα. Ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία, μόνος από όλους τους μαθητές, « τολμήσας » πήγε στον Πιλάτο και ζήτησε το νεκρό σώμα του Ιησού. Το πήρε και το ενταφίασε σε « καινόν μνημείον εν ω ουδείς ουδέποτε ετέθη », ενώ οι μυροφόρες γυναίκες ξημερώματα ξεκίνησαν για τον τάφο προκειμένου να επιτελέσουν τα νεκρικά έθιμα, αλείφοντας το σώμα του Ιησού με τα προβλεπόμενα αρώματα. Δεν φοβήθηκαν το σκοτάδι αλλ’ ούτε και τους ρωμαίους στρατιώτες. Η μόνη σκέψη που τις απασχολούσε, το «βαρίδι» κυριολεκτικά στην καρδιά τους, ήταν το βάρος του μεγάλου λίθου, με το οποίο είχε σφραγιστεί ο τάφος. Παρ’ όλα αυτά όμως προχωρούν. Και βρίσκονται μπροστά στην απίθανη έκπληξη: ο λίθος είχε αποκυλιστεί από άγγελο Κυρίου, ο οποίος τις ανήγγειλε ότι « ηγέρθη ο Κύριος. Ουκ έστιν ώδε. Ίδε ο τόπος όπου έθηκα