Κυριακής μετά τα Φώτα: «Ο Θεός μας εγκαταλείπει».

 Σε μία απλή φράση του Ευαγγελίου της Κυριακής μετά τα Θεοφάνεια θα ήθελα να σταθώ στο σημερινό κήρυγμα. Και αφού έχουμε εορτάσει όλες τις εορτές της θείας επιφανείας έρχεται η ώρα να κάνουμε τον απολογισμό μας για το αν θα κρατήσουμε τον Ιησού Χριστό μαζί μας ή όχι. 

Καταλιπών τήν Ναζαρέτ, ἐλθών κατώκησεν εἰς Καπερναούμ

Φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι ο Ευαγγελιστής μας κατατοπίζει για τις κινήσεις του Ιησού Χριστού. Όμως πίσω από αυτήν την φράση κρύπτεται ένα συγκλονιστικό νόημα, μια φοβερή απόφαση του Θεανθρώπου για τους κατοίκους της Ναζαρέτ. Δεν ήταν μία συνηθισμένη αναχώρηση του Κυρίου.

Έφυγε για να μην επανέλθει ποτέ πλέον στην πόλη, όπου τριάντα έτη είχε ζήσει. Ήταν μία οριστική και αμετάκλητη απόφαση, μία αναχώρηση άνευ επιστροφής, μία καταδίκη των Ναζαρηνών να μην απολαύσουν τις δωρεές του.

Διερωτάται κανείς γιατί αυτή η εγκατάλειψη της Ναζαρέτ εκ μέρους του Κυρίου μας; Φυσικά δεν έφταιγε η Ναζαρέτ ως πόλη, ως τοποθεσία με την ωραία περιοχή της, με την κρυστάλλινη πηγή της την γνωστή ως σήμερα πηγή της Παρθένου. Έφταιγαν οι κάτοικοι, οι αμαρτωλοί, οι σκληρόκαρδοι από την κακότητά τους, οι οποίοι έδειξαν μία απαίσια, μία εγκληματική συμπεριφορά απέναντι του Κυρίου.

Ο Χριστός σαν να ήθελε να αποδώσει τα τροφεία στην Ζαζαρέτ «οὗ ἦν τεθραμμένος», η οποία ήταν δεύτερη πατρίδα του από την οποία πήρε και το όνομά του Ναζωραίος, την επισκέφθηκε αμέσως μόλις άρχισε το κήρυγμά του και τα αναρίθμητα φιλάνθρωπα θαύματά του, θέλησε να δείξει το δρόμο της σωτηρίας και το φώς της αλήθειας, να προσφέρει τις πλούσιες δωρεές και στους κατοίκους της δευτέρας πατρίδας του.

Οι Ναζαρηνοί όμως ως να ήθελαν να επικυρώσουν αυτό που ο Ναθαναήλ είπε στο Φίλιππο «ἐκ Ναζαρέτ δυναταί τί ἀγαθόν εἶναι;», σκληρύνθηκαν απέναντί του.

Κατά το Σάββατον μετέβη ο Κύριος, όπως συνήθιζε στην συναγωγή. Τού δόθηκε το βιβλίο του προφήτου Ησαΐου και από αυτό ανέγνωσε την περικοπή «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ’ ἐμέ, οὗ ἕνεκεν ἔχρισέ με…(Λουκᾶ δ΄ 18-19, Ἡσαΐου ξα΄ 1-2)».

Πόση χάρη και δύναμη, ποιό φώς και μεγαλείο θα είχαν οι λόγοι του Κυρίου, καθώς ανέπτυσσε το χωρίο που ο ίδιος ως Θεός είχε εμπνεύσει στο Προφήτη Ησαΐας! Κατάπληκτοι έμειναν οι Ναζαρηνοί εμπρός στους πλήρεις χάριτος και σοφίας λόγους του.

Αλλά μετά την πρώτη εντύπωση η έκπληξή τους υποχώρησε και η γλυκύτητα των λόγων του Κυρίου προσέκρουσε και εθραύσθηκε στην σκληρή καρδιά τους, την γεμάτη φθόνο και αντιπάθεια και μίσος.

Άρχισαν να φωνάζουν μέσα στην συναγωγή κατά του Κυρίου:

Από πού και ως πού, αυτός ο μαραγκός θέλει να μας κάνει το διδάσκαλο;

Και όταν ο Κύριος τους είπε ότι προς αυτούς δεν ήταν δυνατόν να κάνει θαύματα γιατί ήταν σκληρημμένοι και άπιστοι, κατώτεροι από τους ειδωλολάτρες της Σιδώνος, κυριεύθηκαν από φονική μανία και έξαλλοι άρπαξαν τον Κύριο και τον έφεραν βιαίως στον κρημνό του Βράχου, για να τον κατακρημνίσουν και να τον θανατώσουν.

Ούτε το άγιο παράδειγμά του που επί τριάντα χρόνια περίπου έβλεπαν, τους εδίδαξε, ούτε η ολόφωτος διδασκαλία του τους συγκίνησε στην μετάνοια. Είχαν πλέον αθεράπευτα σκληρυνθεί στην κακία τους.

Έγιναν θεομάχοι και επεχείρησαν να γίνουν θεοκτόνοι. Ο Κύριος επέρασε ανάμεσα από αυτούς και απήλθε.

Φοβερό για τους Ναζαρηνούς το γεγονός.

Τρομερή αλλά και δίκαιη η οριστική και αμετάκλητη η εγκατάλειψή τους από τον Σωτήρα. Αυτό όμως το γεγονός είναι άξιο ιδιαιτέρας προσοχής και πρέπει να βάλει εις φόβον τον κάθε πιστό, τον κάθε χριστιανό.

Διότι και αυτός γνώρισε τον Χριστό. Άκουσε και δέχθηκε με ενθουσιασμό την διδασκαλία του. Έλαβε τα μυστήρια της χάριτος και της σωτηρίας. Προπαντός μετέσχε στο μέγιστο από όλα τα μυστήρια, στο μυστήριο της θείας ευχαριστίας, κοινώνησε σώμα και αίμα Χριστού «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον».

Δέχθηκε μέσα του αυτόν τούτον τον Θεάνθρωπον. Έγινε Χριστοφόρος και Θεοφόρος, κατοικητήριον και θρόνος της θεότητος, του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος. Διότι όπου ο Υιός εκεί και ολόκληρη η υπεραγία Τριάδα.


Έγινε ο φωτισμένος Χριστιανός. Ίσως να εδίδαξε και ασφαλώς θα δίδαξε και σε άλλους την αλήθεια του Ευαγγελίου, τον δρόμο της σωτηρίας και τους οδήγησε πλησίον του Χριστού. Αν δε ένας τέτοιος πιστός πήρε και την χάρη της Ιερωσύνης ανέβηκε στο μέγιστο αξίωμα, ανώτερο από όλα τα αξιώματα των κοσμικών αρχόντων και το οποίο λέγει ο ιερός Χρυσόστομος ούτε οι άγγελοι δεν το έχουν.

Εάν λοιπόν, ένας τέτοιος προνομιούχος Χριστιανός δελεασθεί από τον πειρασμό της αμαρτίας, γίνεται απρόσεκτος και παρεκκλίνει σε παραβάσεις του θείου θελήματος.

Εάν ύστερα από όσες δωρεές που έλαβε εγκαταλείψει τον Χριστό και ακολουθήσει τον διάβολο, εγκαταλείπεται κατά λόγον δικαιοσύνης από τον Χριστό και γλυστράει αμετανόητος στο φοβερό καταφύγιο της απωλείας.

Σκληρύνεται πλέον η ψυχή του και γίνεται ανεπίδεκτος μετανοίας.

Κάτι τέτοιοι σκανδαλίζουν φοβερά τον κόσμο. Με την διαγωγή τους αυτή είναι σαν να ξανασταυρώνουν και εξευτελίζουν τον ευεργέτη τους Χριστό.

Γι’ αυτούς λέγει ο απόστολος Παύλος που εγεύθησαν την χάρη και την γλυκύτητα των ουρανίων δωρεών και έγιναν μέτοχοι των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος και έλαβαν προσωπικήν πείραν της γλυκύτητας της θείας διδασκαλίας…εάν ξεπέσουν στην αμαρτία και αρνηθούν τον Χριστόν, δεν υπάρχει πλέον μετάνοια. Είναι αδύνατον να μετανοήσουν και να σωθούν (Εβραίους στ΄ 4-6).

Μεγάλη και ανεκτίμητος η δωρεά του Θεού η δωρεά του Θεού που εγνωρίσαμεν τον δρόμον της σωτηρίας. Ας τον βαδίσουμε αποφασιστικά και σταθερά μέχρι τέλους. Ας επιμείνουμε με θάρρος στον καλόν αγώνα, για να προχωρούμε από νίκης εις νίκην και να πάρουμε από τον Κύριον το βραβείο του νικητού.

Ιερά Μητρόπολη Καισαριανής Βύρωνος και Υμηττού, Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2016.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΑΓΙΑ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ (ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΗΝΑ)

Ομιλία εις την Κυριακή της Απόκρεω (Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς)

-«Καθώς Μωυσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήμω,ούτως υψωθήναι δει τον Υιόν του Ανθρώπου, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόλυται, αλλ' έχη ζωήν αιώνιον»