ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΦΡΟΝΟΣ ΠΛΟΥΣΙΟΥ (Θ’ ΛΟΥΚΑ)

 




ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΗΝΑ

Ὁ Κύριος Ἰησοῦς μᾶς δίνει τό νόημα γιά τό πῶς πρέπει νά συμπεριφερόμαστε στήν παροῦσα ζωή. Ὀφείλουμε νά μοιραζόμαστε τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ μέ τούς ἀδελφούς μας, ὥστε νά ἔχουμε χαρά. Ὅποιος δέν μοιράζεται τά δῶρα τῆς Χάριτος, ἔχει πρόβλημα· γιατί « ὅσοι ἐπιθυμοῦν νά πλουτίσουν πέφτουν σέ πειρασμούς καί παγίδες τοῦ διαβόλου».[1]

Τά πάθη τῆς φιλαργυρίας, τά κάνει νά ἀποβάλλονται δύσκολα, ἡ ἀπιστία στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Διότι ἐκεῖνος πού δέν πιστεύει σ’ αὐτήν (πρόνοια), στηρίζεται στά ὑλικά ἀγαθά, περιφρονῶντας τά πνευματικά. Λογαριάζει γιά τίποτε τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, μάλιστα βασιλεία αἰώνια· ἀντίθετα ποθεῖ γήινο καί προσωρινό πλοῦτο.Ἔτσι ὅταν ἔλθει ὁ πλοῦτος, διψᾶ, ἀγωνιᾶ, γιά περισσότερα, ἀφοῦ ὁ ἰδιοκτήτης ἐξακολουθεῖ  νά συνοδοιπορεῖ μέ τό ὀλέθριο αὐτό πάθος, τόν ὑλικό ἔρωτα. «Ψυχή… φάγε, πίε, εὐφραίνου ».[2]

Συνεπῶς πολύ δίκαια ὁ Χριστός, τόν ὀνόμασε ἄφρονα. Ἡ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀδελφοί μου, εἶναι σαφής· ὑπογράφουμε ἐν λευκῷ: « Χριστέ μου, ὅ,τι θέλει ἡ ἀγάπη Σου». Ὁ νοῦς στέκεται στό ἔλλογο καί οὐχί στό παράλογο. Ὀρθοδοξία εἶναι τό πλήρωμα τῆς πίστεως πρός τόν Τριαδικόν Θεόν καί ὅν ἀπέστειλε Μεσσίαν, Ἰησοῦν Χριστόν. Ὀρθόδοξος Χριστιανισμός σημαίνει τό πλήρωμα τῆς ἀγάπης πρός  τόν Θεόν καί τόν πλησίον.

Οἱ θεῖες ἐντολές εἶναι ἔνδυμα ἀφθαρσίας, σοφίας, συνέσεως. Ἡ ψυχή, λουσμένη μέ τό Ἄκτιστο Φῶς καί τή θεία γνώση ἀντιλαμβάνεται καρδιακά, ὅτι: « Τήν ψυχή τήν τέρπει ἡ προσευχή, τήν ἐξαγνίζει ἡ μετάνοια, τήν ἀνυψώνει ἡ ταπείνωση, τήν ὀμορφαίνει ἡ ἐλεημοσύνη, τήν ἀνεβάζει στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ, ἡ πάρεδρος σοφία καί τέλος τήν ἑνώνει μέ τόν Θεόν, ἐν Χριστῷ, ἡ ἀγάπη».                     

Ἔτσι, τό πλάσμα,ἀπό τό κατ’ εἰκόνα, φτάνει στό καθ’ ὁμοίωσιν. Συνεπῶς ἄνθρωπε, ἄν δέν ἀνταποκριθεῖς, στίς ἐδῶ στή γῆ δωρεές τοῦ Θεοῦ μέ εὐχαριστία, πῶς θά σοῦ ἐμπιστευθεῖ τίς οὐράνιες δωρεές, ἄν στή ζωή ἐδῶ δέν ἀλλοιωθεῖς μέ τίς εὐλογίες τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου;

 Ἡ κλῆσις τοῦ Δωρεοδότου εἶναι νά εὐχαριστεῖς καί νά δοξολογεῖς αἰώνια τόν Θεόν καί τόν Θεάνθρωπον Χριστόν, στήν Βασιλεία Του, δηλαδή ὁ ἁγιασμός ἡμῶν.Ἐντούτοις ἐσύ ἄφρον, στήν μακροθυμία τοῦ Θεοῦ «…εὐφόρησεν ἡ χώρα(ὅλα τά χωράφια)», ἔμεινες ἄκαρπος περί τήν εὐσπλαχνία τοῦ Κυρίου καί σκληρόκαρδος ὡς πρός τούς φτωχούς. Ἀντί νά εὐχαριστήσεις, πάσχεις σφόδρα ὀδυνόμενος. Ἠδύνασο νά φανεῖς εὐεργετικός εἰς τόν πλησίον. Ἀπεναντίας, σύ βασανίζεσαι. « Τί ποιήσω ὅτι οὐκ ἔχω πού συνάξω τούς καρπούς μου »; Δικά σου εἶναι; Ἡ βροχή καί ὁ ἥλιος, τό χῶμα τῶν χωραφιῶν ἐσύ τά δημιούργησες;

Ταλαίπωρε ἄνθρωπε, ἀπομακρύνεσαι άπό τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί συντάσσεσαι μέ τόν ἐχθρό σου, τόν διάβολο. Θεωρεῖς, ὡς τάχα ἰδικά σου τά ἀγαθά καί οὐχί τοῦ Θεοῦ, ἀρνούμενος τήν εὐλογία Του καί συμπορεύεσαι μέ τόν καταραμένο «ἐπικατάρατος ὁ φρόνιμος παρ’ἑαυτῷ». Ἔτσι ὁ ἀνθρωποκτόνος ἀντάρτης Ἑωσφόρος, ζητάει ἀπό τόν Θεό ὅ,τι τοῦ ἀνήκει μέ δική σου ὑπαιτιότητα τουτέστιν τήν αἰώνια ψυχή σου, πού νόμιζες στήν ἀφροσύνη σου ὅτι τρέφεται μέ ὑλικά ἀγαθά. Εὖγε τῶν ἀγαθῶν τῆς ψυχῆς. Τί εἰρωνία!!!

Ἀλλοίμονον ὅσα ὑποδέχεται ὁ ἀφεδρώνας·Αὐτά παραπέμπεις καί παραθέτεις γιά τροφή τῆς ἀθανάτου ψυχῆς; Γνώριζε λοιπόν, ὅτι τό: «φάγε,πίε, εὐφραίνου» ὅπου ἀπευθύνεις στόν ἑαυτό σου, εἶναι γνώρισμα κτηνώδους, ἀσυνέτου καί ἀπίστου ἀνθρώπου, πού ἡ αἰώνιος κατοικία του, συνάδει μ΄ αὐτήν τοῦ Σατανᾶ. Μάθε ὅτι ἡ ἐλεημοσύνη ἀναδεικνύει τόν ἄνθρωπον εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί τόν κόσμον ὅλον κάνει, βασιλεία του.

Ἀντίθετα, ἐσύ ἀνόητε, ἀρνήθηκες πεισματικά ἕως θανάτου, νά συνταχθεῖς μέ τόν πλούσιο Δωρεοδότη Θεόν καί ἐπέμεινες εἰς τέλος ἀμετανόητος, νά ζητᾶς θησαυρούς ὑλικούς γιά τόν ἑαυτό σου, πού ἔγιναν ἀναμμένοι ἄνθρακες κατακαίοντάς σε, αἰώνια. Δίκαια λοιπόν καταδικάζεσαι, γιατί δέν μετέδωσες ἀπό αὐτά πού ἀπέκτησες μέ τήν εὐλογία καί δωρεά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀντίθετα ἀνόητα σκέφτηκες νά τά σφετεριστεῖς μόνον γιά τόν ἑαυτό σου.

Τά θησαυρίσματα εἶναι κοινά ἀπό τά ταμεῖα τῶν κτισμάτων τοῦ Θεοῦ· πῶς λοιπόν δέν θά χαρακτηριστεῖς πλεονέκτης ἐφ’ ὅσον οἰκειοποιεῖσαι τά κοινά, ἔστω κι ἄν ὁ Κύριος σέ κατέστησε προσωρινά οἰκονόμον; Ἑπομένως, ὡς καταχραστής θά ὑποστεῖς, ἀλλοίμονον, τήν φριχτήν διχοτόμηση, κακός διαχειριστής τῶν ἐμπεπιστευμένων, σέ σένα, ἀγαθῶν τοῦ Θεοῦ. Φάνηκες ἀνάξιος τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ. Συνεπῶς χάνεις τά πάντα. Δηλαδή καί τά ὑλικά καί τά πνευματικά. Ταλαίπωρε, πλεονέκτη, « αὐτήν τήν νύκτα ζητοῦν οἱ δαίμονες τήν ἄθλια ψυχή σου· αὐτά λοιπόν πού ἑτοίμασες ποιοῦ θά εἶναι»; [3]

Αὐτά θά πάθει, σεβαστή γερόντισσα, ὅποιος θησαυρίζει γιά τόν ἑαυτό του καί δέν πλουτίζει μέ ἀρετές γιά τόν Θεόν.

Ἀδελφοί μου, ἡ πλεονεξία στό σῶμα(φαγοπότι), διαφθείρει τελικά καί τό σῶμα· ἡ ἐλεημοσύνη καί ἡ ἄσκηση, τό κρατᾶ ὑγιές καί εὔρωστο. Κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο, ἡ φιλαργυρία, ἥτις ἐστιν εἰδωλολατρεία, διαφθείρει καί θανατώνει τήν ψυχή, διώχνοντας μακράν ἀπ’ αὐτήν τήν χάριν τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι θειότερη καί ζωή ἁγία. Ἡ νύμφη ψυχή, ἑνωμένη μέ τήν νύμφη Ἐκκλησία, τρανῶς ἀς λέγει καί ἀς κράζει, τόν Νυμφίον Υἱόν τοῦ Θεοῦ, Ἰησοῦν: «Λύτρωσέ μας Χριστέ, τῆς ἀθέου τῶν εἰδώλων μανίας, ἥτις ἐστιν ἡ πλεονεξία».

Ἀμήν.



[1](Α’ Τιμ.6,9)

[2](Λουκ.,12, 19)

[3](Λουκ. 12, 20)

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

π. Συμεών Κραγιόπουλος: "Σύντομος οδός σωτηρίας" (ομιλία εις την παραβολή του ασώτου)

Ομιλία εις την Κυριακή της Απόκρεω (Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς)

π. Ἰουστίνου Πόποβιτς ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ Δ΄ ΚΥΡΙΑΚΗΝ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ