Mία πνευματική ερμηνεία της ιστορίας τού Ζακχαίου
ΠΑΡΑΤΗΡΕΙΣ τώρα, ότι αρχίζεις να νιώθεις διαφορετικότερα συναισθήματα. Δε σε τραβούν πιά τόσο πόλυ, όπως πριν, οι κοσμικές συναναστροφές. Καί το βλέμμα σου, πέφτοντας στο εσωτερικό σου, σού αποκαλύπτει τον πραγματικό άνθρωπο πού κρύβεις στα βάθη σου. Ίσως νομίζεις πως η καρδιά σου ως τώρα έμοιαζε μάλλον με όστρακο κολλημένο σε κάποιο καράβι πού τινάζεται εδώ κι εκεί χωρίς σκοπό καί χωρίς κυβερνήτη. Τωρα όμως η πορεία τού καραβιού απόκτησε σκοπό καί νόημα. Τώρα είναι τόσο όμορφα τα πράγματα. Όμως είσαι πάντα ένα όστρακο κολλήμενο σ' ένα καράβι πού πλέει στην απέραντη θάλασσα. Κι αν βαδίζεις σωστά, βλέπεις τότε με καθαρό βλέμμα σε πόσο μικρό καί αδύνατο καράβι είσαι.
ΑΡΚΕΙ να δείξουμε την καλή μας διάθεση και ο Κύριος είναι έτοιμος νά' ρθει κοντά μας, λέει ο αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας Θεοφύλακτος. Ο Κύριος προτρέπει το Ζακχαίο: "Σπεύσας κατάβηθι", δηλαδή ταπεινώσου- "σήμερον γαρ εν τω οίκω σου δεί με μείνε" (Λουκά ιθ' 5). Στη λέξη οίκος πρέπει να δωθεί το νόημα, καρδιά. Βέβαια, λέει ο Κύριος, ανέβηκες ψηλά στο δέντρο καί υπερνίκησες μερικές από τις γήινες επιθυμίες σου, γιατί ήθελες να με δείς, δηλαδή, ήθελες να μπορείς να με βλέπεις όταν εγώ ερχόμουν στην καρδιά σου, αλλά βιάσου τώρα να κατεβείς γιά να ταπεινωθείς, γιατί δεν πρέπει να στέκεσαι τόσο ψηλά καί να νομίζεις, πως είσαι καλύτερα από τούς άλλους. Καί, όπως γνωρίζεις, εγώ κατοικώ στις ταπεινές καρδιές.
Ο Ζακχαίος, ο αρχιτελώνης εκείνος, υποδέχθηκε τον Κύριο. Καί το πρώτο πού έκανε, ήταν να προσφέρει τα υπάρχοντα του. Γιατί η μισή του περιουσία την έδωσε στούς φτωχούς καί με την άλλη μισή επανόρθωσε τις αδικίες πού διέπραξε. "Καί αυτός υίος Αβραάμ" ήταν (στ. 9). Άκουσε τη φωνή τού Κύριου καί "εξήλθεν εκ της γης αυτού καί εκ τού οίκου τού πατρός αυτού" (Γεν. ιβ' 1) δηλαδή από την περιοχή τού εγωισμού του καί το βασίλειο των παθών του.
Ο Ζακχαίος γνώριζε, ότι η καρδιά, πού υποδεχόταν τον Κύριο, έπρεπε να αδειάσει από οτιδήποτε άλλο. 'Επρεπε να θυσιάσει όλα τα αθέμιτα πλούτη πού είχε αποκτήσει: "την επιθυμίαν της σαρκός και την επιθυμίαν των οφθαλμών καί την αλαζονείαν τού βίου" (Α' Ιωάν. β' 16). Κατάλαβε, πως όποιος είναι πλούσιος εδώ σ' αυτόν τον κόσμο, είναι φτωχός στον άλλο. Γιατί το νά΄ναι κανείς πλούσιος σε υλικά αγαθά, είναι σαν νά' ναι φτωχος σε πνευματικά αγαθά, εξηγεί ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Γιατί αν δεν ήταν τόσο φτωχός πνευματικά ο πλούσιος, δε θα ήταν τόσο πλούσιος υλικά.
ΟΠΩΣ είναι αδύνατο να συνδυάσει κανείς την υγεία καί την αρρώστια, το ίδιο είναι αδύνατο να συμφιλιώσει κανείς την αγάπη με τον πλούτο, παρατηρεί ο Ισαάκ οΣύρος, γιατί όποιος αγαπάει τον συνανθρωπό του, δίνει ό,τι έχει γιά τις ανάγκες του. Αυτή είναι η φύση της αγάπης. Καί χωρίς αγάπη είναι αδύνατο να μπεί κανείς στη βασιλεία τού Θεού. Αυτό λοιπόν είδε καί κατάλαβε ο Ζακχαίος.
ΟΣΟ λιγότερα έχεις τόσο πιό απλός γίνεται ο τρόπος της ζωής σου. Όταν πετάξεις από πάνω σου ό,τι περιττό έχεις, συγκεντρώνεται η καρδιά σου στον πυρήνα της. Εκεί είναι καί ο δρόμος πού οδηγεί στη βασιλεία τού Θεού.
ΜΕ τον τρόπο αυτό γίνεται καί η προσευχή πιό απλή. Καί η προσευχή οδηγεί τον άνθρωπο σε μιά αυτοσυγκέντρωση γύρω από τον πυρήνα της καρδιάς του. Εκεί στα βάθη της καρδιάς μονάχα ανακαλύπτει ό,τι είναι το πιό αναγκαίο: την προσευχή της εκζήτησης τού θείου ελέους.
ΓΙΑΤΙ τι άλλο μπορεί να επιθυμεί πιό πολύ ένας αμαρτωλός καί μάλιστα ο πρώτος ανάμεσα στούς αμαρτωλούς (Α' Τιμ. α' 15) παρά να τον ελεήσει ο Κύριος; 'Εχει μήπως να δώσει τίποτε; Έχει δική του δύναμη, δική του θέληση; Μπορεί να αναλάβει μόνος του κάτι σπουδαίο; Ξέρει τίποτε το βαθύ καί το σοφό; Καταλαβαίνει ή παρατηρεί κάτι πού θα μπορούσε να το ονομάσει δικό του, αυτός πού τίποτε δεν κατέχει;
ΔΕΝ κατέχει τίποτε, γιατί η αμαρτία είναι μηδέν, το μη ον. Η αμαρτία είναι το κενό, το σκοτάδι η άρνηση. Σ' αυτό αναπαύεται ο αμαρτωλός, στο τίποτε.
ΠΩΣ όμως αυτός ο αμαρτωλός μπορεί να επωφεληθεί από τον ερχομό καί την ενοίκηση αυτή τού Κυρίου; Πως μπορεί να σκεφτεί έστω καί λίγο, ότι θα επιβλέψει ο Κύριος σ' αυτόν καί στο σκοτάδι της καρδιάς του; Πως αλλιώς παρά μόνον, αν επιδιώξει να καθαρίσει τον εαυτό του- αν αγωνιστεί και δουλέψει- αν ακολουθεί τα παραγγέλματα τού Ευαγγελίου- αν αγρυπνεί καί νηστεύει- αν κοπιάζει καί μοχθεί γιά να απαρνηθεί τον εαυτό του γιά χάρη του Κυρίου, ενώ βλέπει τον εαυτό του να πέφτει τόσο συχνά στην αποθάρρυνση, την ανυπομονησία, την έλλειψη αγάπης, τη νωθρότητα, την αχαριστία καί κάθε κακία, πού μπορεί κανείς να βάλει με το νού του. Πως όμως μπορεί να περιμένει να έρθει ο Κύριος σε έναν τέτοιο πνευματικό θάλαμο;
ΓΙ αυτο παρακαλεί: Κύριε ελέησόν με. Ελέησόν με τον αμαρτωλό. Γιατί έχω προσπαθήσει βέβαια να κάνω "πάντα τα διατεταγμένα ημίν", γιά να σε υπηρετήσω. "Ηροτρίωσα" στο χωράφι της ψυχής μου, πού εσύ μού έδωσες γιά να το καλλιεργώ καί "εποίμανα" τα κτήνη πού μού έδωσες μέσα σ' αυτήν (Λουκά ιζ' 7-10), αλλά είμαι ο ελάχιστος δούλος σου καί χωρίς εσένα δεν μπορώ τίποτε να κάνω. Ελέησέ με λοιπόν καί γεννησέ με μέ την θεία σου χάρη.
ΜΕ την πνευματική εργασία, πού κάνει, αυξάνει την πίστη του (Λουκά ιζ΄5) καί με την προσευχή του αυξάνει τις πνευματικές του δυνάμεις. Έτσι η προσευχή καί η εργασία ζούν το ένα από το άλλο, ώσπου γινονται ένα. Η εργασία του γίνεται προσευχή και η προσευχή εργασία. Αυτό ονομάζουν οί άγιοι πνευματική δραστηριότητα, καρδιακή προσευχη.
Από το βιβλίο του Tito Colliander «Ο δρόμος των ασκητών»/proskynitis.blogspot
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου